(ε)πιστρόφια

(ε)πιστρόφια
(ε)πιστρόφια
τα
το πρώτο επίσημο τραπέζωμα των νιόπαντρων και των συγγενών και φίλων του γαμπρού που γινόταν στην όγδοη ημέρα μετά το γάμο στο σπίτι των γονιών της νύφης.
πιστρόφια
τα
1. η επιστροφή, γυρισμός: Στα πιστρόφια το καράβι κάτασπρ' άπλωνε πανιά.
2. το πρώτο τραπέζι μετά το γάμο στο σπίτι της νύφης.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αντίγαμος — ο εορταστική συνάθροιση που γίνεται την επόμενη Κυριακή μετά τον γάμο, πιστρόφια …   Dictionary of Greek

  • επιστρόφια — και πιστρόφια, τα [επίστροφος] το πρώτο επίσημο τραπέζι τών νεόνυμφων και τών συγγενών και φίλων τού γαμπρού στο σπίτι τής νύφης μετά τον γάμο …   Dictionary of Greek

  • πιστρόφι — το, Ν (κυρίως στον πληθ.) τα πιστρόφια βλ. επιστρόφια …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”